background

Εγκυκλοπαίδεια βοτάνων

Arnica Montana L.

Arnica

Ιστορία

Arnica montana L.

Είναι εκπληκτικό το γεγονός ότι ποτέ δεν έγινε αναφορά στην άρνικα από τους Ελληνο-ρωμαίους γιατρούς και συγγραφείς, καθώς συναντάται στους νότιους πρόποδες των Πυρηναίων, στη βόρεια Πορτογαλία και τη βόρεια Ιταλία, την Κροατία και τη Μολδαβία. Τα πρώτα γραπτά για την άρνικα εντοπίζονται στον Μεσαίωνα. Οι πρώτες γνωστές εικόνες της άρνικας βρίσκονται στο βιβλίο του Matthiolus το έτος 1558 και περιγράφεται ως "alisma".

Ο Johann Jakob von Bergzabern ήταν γνωστός ως "Tabernaemontanus" και ήταν προσωπικός γιατρός του ελέκτορα Palatine. Το 1625 εξέδωσε βιβλίο για τα βότανα όπου και έγινε αναφορά στη σύγχρονη συμβατική φαρμακευτική χρήση της άρνικας: "Χρησιμοποιείται για εκείνους που έχουν πέσει ή έχουν τραυματιστεί ενώ εργάζονται".

Η άρνικα ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής τον 18ο αιώνα όταν έγινε αντικείμενο πολλών διατριβών στον αναπτυσσόμενο κόσμο της ιατρικής. Στη βιβλιογραφία επισημάνθηκε ότι "είναι αναγκαίο να ληφθεί μέριμνα για τη χρήση της άρνικας, καθώς δρα γρήγορα και σε μικρές δόσεις και πρέπει να δίνεται πάντα μεγάλη προσοχή κατά τη χρήση της". Η άρνικα ανήκει στην ομάδα φυτών για τα οποία ο Hahnemann καθόρισε μικρές δόσεις και συνεπώς συνέβαλε στην ανάπτυξη της ομοιοπαθητικής.

Μέχρι σήμερα το φυτό χρησιμοποιείται ευρέως στις ομοιοπαθητικές θεραπείες. Είναι γνωστό ότι έχρηζε μεγάλης εκτίμησης από τον Goethe, καθώς συνήθιζε να πίνει τσάι από άρνικα κάθε φορά που ένιωθε πόνο στην καρδιά λόγω της στεφανιαίας σκλήρυνσης προερχόμενης από τα γηρατειά. Η προέλευση και η σημασία τόσο των λατινικών όσο και των γερμανικών ονομάτων δεν έχει διευκρινιστεί ως σήμερα και αποτελεί αντικείμενο συζήτησης. Το όνομα "arnich" αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Matthiolus τον 14ο αιώνα και σημαίνει "αυτός που προστατεύει τον εαυτό του". Ίσως αυτή η λέξη είναι αραβικής προέλευσης, όπως πολλές λέξεις που ξεκινούν με "a" ή "al". Θα μπορούσε επίσης να είναι παράγωγο της ελληνικής λέξης "ptarmica" που σημαίνει "προκαλώ φτέρνισμα". H σκόνη άρνικας συχνά χρησιμοποιούταν στο παρελθόν ως "ορεινός καπνός" και στα Αγγλικά αναφέρεται ως ''mountain tobacco'' και στα Ισπανικά ''tabaco de Montana", "tobacco borde", "flor de tabaco", "estabaco" ή "tabaco-dos-vosges".

Η εξήγηση του ονόματος "montana" που υιοθέτησε  είναι σαφής καθώς αναφέρεται στο βουνό και συγκεκριμένα στον βιότοπό του. Το φυτό εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως "Arnica montana" (ή άρνικα η ορεινή) στο έργο "Spectrum Plantarum" όπου ο Λιναίος έθεσε την αρχή της ταξινόμησης των φυτών. Είναι ενδιαφέρον ότι αυτό το φυτό είναι πιο γνωστό διεθνώς με την επιστημονική του ονομασία "arnica" παρά με το όνομα που προκύπτει από την γερμανική γλώσσα "Bergwohlverleih" το οποίο είναι η λιγότερο γνωστό και η προέλευσή της είναι ακόμα ασαφής, καθώς δεν είναι βέβαιο αν η λέξη "Wohlverleih" έχει να κάνει με τον "λύκο" ή την "ευημερία για όλα τα είδη". Το φυτό είναι γνωστό μέχρι σήμερα σε κάποιες περιοχές ως "wolferley" ή "φονιάς των λύκων". Στη γερμανική μυθολογία, ο Fenris ήταν λύκος που η παρουσία του τρομοκρατούσε τον λαό. Δεν είμαστε σε θέση να αποδείξουμε αν η άρνικα είναι ικανή να σκοτώσει έναν λύκο ωστόσο τα ζώα που βόσκουν σε βοσκότοπους, με εξαίρεση την κατσίκα, δεν ανέχονται το φυτό και έχουν παρατηρηθεί πολλές δηλητηριάσεις.

Χαρακτηριστικά βοτάνου

Η άρνικα είναι ποώδες, πολυετές φυτό. Τα φύλλα χαρακτηρίζονται από χνούδι στην άνω πλευρά και διαθέτουν έντονες διαμήκεις φλέβες που αναπτύσσονται τον πρώτο χρόνο από το ρίζωμα που μεγαλώνει κατά μήκος της επιφάνειας του εδάφους. Κατά το δεύτερο έτος η άρνικα φτάνει σε ύψος έως 50 εκατοστά και αναπτύσσει αδενικό στέλεχος με ένα έως και τρία αντίθετα ζευγάρια φύλλων σε λογχοειδές σχήμα. Τα λουλούδια έχουν έντονο κίτρινο έως πορτοκαλί χρώμα και έχουν ευχάριστο άρωμα. Τα σωληνοειδή άνθη είναι ερμαφρόδιτα και περίπου 15-25 θηλυκά άνθη σε σχήμα γλώσσας κάμπτονται προς τα πίσω με ακανόνιστο τρόπο, δίνοντας στο φυτό ανεμοδαρμένη όψη. Οι καρποί σχηματίζουν ένα φουντωτό χνούδι που τα βοηθά στη διασπορά τους. Υπάρχουν δύο υποείδη της άρνικας: το ssp. Montana και το ssp. Atlantica A.BOLOS. Και τα δύο υποείδη μπορούν να ταυτοποιηθούν από το μέγεθος και το σχήμα των φύλλων και είναι γνωστό ότι ανθίζουν από τον Ιούνιο έως τον Ιούλιο.

Φυσικό περιβάλλον

Η πολυετής άρνικα ευδοκιμεί σε όξινα εδάφη χωρίς ασβέστη, σε φωτεινά κωνοφόρα δάση και σε ορεινά λιβάδια υψόμετρου μεταξύ 600 και 2700 μέτρων. Η άρνικα συναντάται στην Ευρώπη, στη Σκανδιναβία, στη βόρεια Πορτογαλία, στη βόρεια και ανατολική Ισπανία, στη βόρεια Ιταλία, στις χώρες των Βαλκανίων, στην ανατολική και νότια Ρωσία και στην Κεντρική Ασία. Στα νότια γεωγραφικά πλάτη αναπτύσσεται μόνο σε μεγάλο υψόμετρο. Βρίσκεται στη λίστα των απειλούμενων ειδών και σύμφωνα με τη σύμβαση της Ουάσιγκτον το 1981 για το διεθνές εμπόριο απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας, η άρνικα βρίσκεται υπό προστασία. Στην περιοχή των Άλπεων δεν επιτρέπεται η εμπορική αξιοποίηση της άρνικας. Το θεραπευτικό σκεύασμα προέρχεται κυρίως από τη Γιουγκοσλαβία, την Ισπανία και την Ιταλία. Προηγούμενες προσπάθειες καλλιέργειας δεν ήταν αρκετά επικερδείς ώστε η άρνικα να χρησιμοποιηθεί για φαρμακευτική χρήση. Αποφεύχθηκε για καλλιέργεια ακόμη και το είδος άρνικας που ευδοκιμεί στα λιβάδια της Βόρειας Αμερικής, το "Arnica chamissonis" που μπορεί εύκολα να καλλιεργηθεί. Εκτός αυτού, το συγκεκριμένο είδος άρνικας περιέχει λιγότερες δραστικές ουσίες. Μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες, η A.Vogel κατάφερε σε συνεργασία με ειδικούς, να καλλιεργήσει άρνικα στη Γερμανία. Η επιτυχία οφείλεται κυρίως στον καλό αερισμό του εδάφους, στην καλή αποστράγγιση και στη μειωμένη περιεκτικότητα του εδάφους ασβέστη. Η κάλυψη των αναγκών της A.Vogel σε άνθη άρνικας ικανοποιείται από τις ιδιόκτητες καλλιέργειές της.

Παρασκευή

Η A. Vogel χρησιμοποιεί τα άνθη της άρνικας που καλλιεργούνται βιολογικά από τους συνεργαζόμενους αγρότες. Τα φρέσκα άνθη διαβρέχονται σε αλκοόλ από το οποίο παράγεται το μητρικό βάμμα άρνικας της A.Vogel και με την προσθήκη άλλων εκδόχων παράγεται το Atrogel.