background

Εγκυκλοπαίδεια βοτάνων

Mentha x piperita L.

Peppermint

Ιστορία

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η νύμφη Μίνθη μετατράπηκε σε φυτό από τον Άδη, τον θεό του κάτω κόσμου, αυτός ο λόγος εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την προτίμηση του φυτού για υγρές τοποθεσίες. Το όνομα μέντα προέρχεται από το λατινικό "Mentha", το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το αρχαιοελληνικό "Μίνθη", ωστόσο, εικάζεται ότι οι ρίζες των δύο λέξεων προέρχονται από μια προ-ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Το όνομα του είδους Piperita προέρχεται από τη νέα λατινική λέξη "Piperitus", που σημαίνει ''πιπέρι''. Διάφορα είδη μέντας χρησιμοποιήθηκαν στην αρχαία κινεζική ιατρική. Είναι από τα παλαιότερα καλλιεργούμενα φαρμακευτικά φυτά. Οι Ιάπωνες έχουν χρησιμοποιήσει τη μενθόλη σαν φάρμακο για 2000 χρόνια. Κομμάτια μέντας βρέθηκαν στην περιοχή Abd-el-Quarnah σε αρχαίους αιγυπτιακούς τάφους από την περίοδο 1200-600 π.Χ. Ο Διοσκουρίδης χαρακτήρισε τη μέντα ως ευεργετική για το στομάχι. Ο Πλίνιος, ο νεότερος, συνιστά την μέντα για τη θεραπεία του κοιλιακού άλγους και τις παθήσεις της χοληδόχου κύστεως: ''Η μέντα ανακουφίζει από τον πόνο στο στομάχι καθώς απαλλάσσεται από τα εντερικά σκουλήκια''.

Το επίσημο είδος της μέντας αποτελεί υβρίδιο τριών ειδών του φυτού που εκφράζεται με το "Χ" στο λατινικό του όνομα. Η τεκμηριωμένη ιστορία της μέντας ξεκινά το 1696. Αρχικά, ο Άγγλος γιατρός Dr. Eaton από την πόλη Hereford της Αγγλίας, παρατήρησε πρώτος τα καλλιεργούμενα είδη. Στην συνέχεια, περιγράφεται από τον Άγγλο Ray στο σύγγραμμα του με τίτλο ''Synopsis'', ''stirpium britannarum'' υπό το όνομα ''Mentha palustris Marsh Mint''. Ήδη από το 1721, το φυτό εμφανίστηκε με το όνομα ''Mentha piperitis sapore'' στη φαρμακοποιία της πόλης του Λονδίνου. Περίπου την ίδια εποχή, εισήχθη στην Κεντρική Ευρώπη από γιατρούς όπου μαζί με το χαμομήλι, έγινε το πιο διαδεδομένο και συχνά χρησιμοποιούμενο φαρμακευτικό φυτό.

Χαρακτηριστικά βοτάνου

Το φυτό έχει όρθιο διακριτό τετράγωνο στέλεχος που φτάνει σε ύψος μεταξύ 40 και 80 εκατοστών και τα κλαδιά του διακλαδίζονται έντονα προς την κορυφή. Τα φύλλα του συνήθως έχουν χρώμα βαθύ πράσινο αν και μερικές φορές είναι ελαφρώς κοκκινωπά, το σχήμα τους είναι λογχοειδές, αντίθετης διάταξης και οδοντωτά (πριονωτά). Στις μασχάλες των φύλλων υπάρχουν πυκνές ταξιανθίες ρόδινου ή άσπρου χρώματος. Ολόκληρο το φυτό έχει μια πικάντικη αρωματική οσμή και γεύση. Ανθίζει από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο. Η μέντα αναπαράγεται κυριως με διαίρεση του ριζώματος αλλά και με μοσχεύματα. Ως υβρίδιο, η μέντα δεν μπορεί να πολλαπλασιαστεί από σπόρους, καθώς συχνά επανέρχεται στην αρχική της μορφή. Μεταξύ των καλλιεργούμενων ειδών ''Mitcham Mint'' και ''Palatine Peppermint'', το μεν ''Mitcham Mint'' καλλιεργείται και διακρίνεται κυρίως για το αιθέριο έλαιο του, το δε ''Palatine Peppermint'' έχει ηπιότερη γεύση μέντας και χρησιμοποιείται για έγχυση και παρασκευή τσαγιού.

Φυσικό περιβάλλον

Σήμερα, η μέντα καλλιεργείται σε όλες τις εύκρατες κλιματικές ζώνες. Ειδικότερα, στα Βαλκάνια καλλιεργείται σε μεγάλες ποσότητες. Η μέντα είναι πολύ επιλεκτική σχετικά με την τοποθεσία. Ευδοκιμεί σε υψόμετρο περίπου 1000 μέτρων και προτιμά τα καλά στραγγιζόμενα, γόνιμα, πλούσια σε οργανική ύλη εδάφη, σε μια ηλιόλουστη τοποθεσία. Μετά την πάροδο των τριών ετών, λόγω του ότι η ποσότητα των δραστικών ουσιών που παράγει το φυτό είναι σημαντικά χαμηλότερη, πρέπει να αντικατασταθεί με νέα μοσχεύματα (ριζώματα).

Παρασκευή

Η A.Vogel διαβρέχει τα φρέσκα ανθισμένα υπέργεια μέρη του φυτού (άνω τμήμα), τα οποία καλλιεργούνται στην ελεγχόμενη βιολογική καλλιέργεια της εταιρίας. Στη συνέχεια, τα εμποτισμένα φύλλα, καθώς και το αιθέριο έλαιο εξάγονται με τη μέθοδο της απόσταξης ατμού. Η συγκομιδή λαμβάνει μέρος τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Η μέντα και το πτητικό αιθέριο έλαιό της χρησιμοποιούνται με πολλούς τρόπους, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Στην Αγγλία, τα Βαλκάνια, την Ανατολή και την Ινδία, τα φρέσκα φύλλα μέντας χρησιμοποιούνται ως καρύκευμα για μεγάλη ποικιλία τροφίμων. Το λάδι χρησιμοποιείται σε μεγάλες ποσότητες στις βιομηχανίες καλλυντικών, φαρμακευτικών προϊόντων και τροφίμων (τσίχλα, παστίλιες για τον βήχα, λικέρ κ.λπ.).